ΘΕΜΑΤΑ
- ΑΕΡΟΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
- ΑΡΘΡΑ
- ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ
- ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΙ ΦΟΡΕΙΣ
- ΔΙΕΘΝΗΣ ΤΥΠΟΣ - ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΑ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
- ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
- ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΙ ΦΟΡΕΙΣ
- ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ (ΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟΣ - ΕΚΘΕΣΙΑΚΟΣ - ΚΙΝΗΤΡΩΝ)
- ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ
- ΕΡΕΥΝΕΣ - ΜΕΛΕΤΕΣ
- ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ (ΑΚΤΟΠΛΟΪΑ - ΚΡΟΥΑΖΙΕΡΑ - YACHTING)
- ΚΑΖΙΝΟ
- ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ (ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑ - ΕΝΟΙΚΙΑΖΟΜΕΝΑ ΔΩΜΑΤΙΑ - ΚΑΜΠΙΝΓΚΣ - ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ)
- ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ (ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΛΕΩΦΟΡΕΙΑ - ΑΣΤΙΚΕΣ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΕΣ - CAR RENTAL - ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΟΣ - ΚΤΕΛ - ΤΑΞΙ)
- ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
- ΞΕΝΑΓΟΙ
- ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
- ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ
- ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΙ (ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ - ΔΙΕΘΝΕΙΣ - ΚΥΠΡΟΣ)
- ΠΡΟΣΩΠΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
- ΣΥΝΕΔΡΙΑ - ΗΜΕΡΙΔΕΣ - ΕΚΘΕΣΕΙΣ
- ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ - INTERNET ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ
- ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕΓΕΘΗ (ΑΦΙΞΕΙΣ - ΕΣΟΔΑ)
- ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΑ
- ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ - ΕΟΤ
- EDITORIAL
- MARKETING - ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ - ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΡΙΣΕΩΝ
Από το Blogger.
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ - Οι φυσικοί κίνδυνοι και οι επιπτώσεις τους στον ελληνικό τουρισμό
του Αλέξη Σωτηρόπουλου, MSc
27/02/2009
Φυσικός κίνδυνος είναι κάθε φυσικό φαινόμενο που μπορεί να προκαλέσει μικρής ή μεγάλης κλίμακας καταστροφή στο ανθρωπογενές ή/και στο φυσικό περιβάλλον. Ανάλογα με την προέλευση τους οι φυσικοί κίνδυνοι διακρίνονται μεταξύ άλλων σε:
1. Ατμοσφαιρικοί (π.χ. καταιγίδες, καύσωνες, κλιματικές αλλαγές).
2. Γεωλογικοί (π.χ. σεισμοί, τσουνάμι, ηφαιστειακές εκρήξεις).
3. Υδρολογικοί (π.χ. πλημμύρες, χιονοστιβάδες).
4. Βιολογικοί (π.χ. δασικές πυρκαγιές, επιδημίες ασθενειών στον άνθρωπο, τα φυτά ή τα ζώα).
Οι σύγχρονες κοινωνίες μελετούν τους φυσικούς κινδύνους, εκτιμάνε τις πιθανές συνέπειες τους, ενώ οργανώνουν και εφαρμόζουν μέτρα πρόληψης και αντιμετώπισης τους, καθώς οι φυσικές καταστροφές συχνά έχουν επιπτώσεις στην ανθρώπινη ύπαρξη, προκαλούν οικονομική ζημιά, βλάβες στο οικιστικό σύστημα, πολιτιστικές βλάβες (π.χ. καταστροφές μνημείων), ή έχουν και ψυχολογικές συνέπειες.
Το σύνολο των δράσεων που αναλαμβάνονται από τους κρατικούς φορείς για την αντιμετώπιση των έκτακτων περιστατικών, είναι γνωστές ως πολιτική προστασία.
Ωστόσο θα πρέπει οι ξενοδοχειακές και οι τουριστικές επιχειρήσεις, να διαθέτουν σχέδια διαχείρισης κρίσεων για φυσικές καταστροφές, τα οποία θα περιλαμβάνουν όλα τα αναγκαία προληπτικά μέτρα, την εκπαίδευση του προσωπικού τους και τη συντονισμένη δράση για την προστασία των πελατών και της περιουσίας τους, μετά την εκδήλωση του γεγονότος.
Η αξιοπιστία όλων των σχεδίων διαχείρισης κρίσεων, από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, θα κριθεί από την αποτελεσματικότητα τους να περιορίσουν τις συνέπειες των φυσικών καταστροφών.
1. Η επικινδυνότητα της Ελλάδας ως σεισμογενής περιοχή
Στην Ελλάδα οι σημαντικότερες φυσικές καταστροφές έχουν προέλθει από σεισμούς, λόγω της μεγάλης σεισμικής δραστηριότητας στις περισσότερες περιοχές της. Σύμφωνα με το μύθο από την αρχαιότητα, οι Έλληνες είχαν μάθει να ζουν με τον Εγκέλαδο, τον αθάνατο και ακατανίκητο γίγαντα, που τον είχε φυλακίσει η θεά Αθηνά κάτω από τη γη και εκείνος οργισμένος έσειε το έδαφος.
Είναι γνωστό ότι η χώρα μας είναι μια από τις πιο σεισμογενείς περιοχές στον κόσμο και συγκεκριμένα κατέχει την 1η θέση στην Ευρώπη, ενώ έχει τη μεγαλύτερη σεισμική δραστηριότητα από το Γιβραλτάρ μέχρι την Κίνα, από το Βόρειο μέχρι το Νότιο Πόλο και συνολικά την 6η θέση στον κόσμο. Το 50% της συνολικής σεισμικής ενέργειας που απελευθερώνεται στην Ευρώπη, συγκεντρώνεται στην Ελλάδα. Ο ελληνικός χώρος βρίσκεται στο όριο επαφής και σύγκλισης της αφρικανικής και της ευρασιατικής πλάκας, με αποτέλεσμα τη μεγάλη σεισμικότητα, αλλά και τα ηφαιστειακά φαινόμενα στην περιοχή μας. Ωστόσο εκτός από τον ελλαδικό χώρο, σεισμογενείς είναι και όλες οι γειτονικές χώρες, η Αλβανία, τα Σκόπια, η (νότια) Βουλγαρία και τα παράλια της Τουρκίας στο Αιγαίο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία κάθε 18 ημέρες στην Ελλάδα γίνεται ένας σεισμός μεγέθους μεταξύ 5 και 6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ. Κάθε πενήντα χρόνια γίνεται ένας σεισμός μεγέθους 7,5 ως 8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ. Σεισμοί μεγέθους μεταξύ 7 και 7,5 βαθμών συμβαίνουν κάθε 15 χρόνια, ενώ μεγέθους άνω των έξι βαθμών κάθε έξι μήνες. Τις περισσότερες φορές όμως δεν προκαλούν ζημιές και τους αντιλαμβάνονται μόνο οι σεισμογράφοι, γιατί συμβαίνουν κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Πιο συγκεκριμένα, η συντριπτική πλειοψηφία των σεισμών στη χώρα μας (περίπου το 90%), προέρχονται από υποθαλάσσιους εστιακούς χώρους. Τα σεισμικά κύματα, μέχρι να βγουν στην επιφάνεια απορροφώνται από το νερό, με αποτέλεσμα η ενέργεια τους να εξασθενεί.
Οι σεισμολόγοι αναφέρουν ότι η σεισμική δραστηριότητα δεν συμβαδίζει με τη σεισμική επικινδυνότητα, καθώς η έννοια επικινδυνότητα, χαρακτηρίζει το επίπεδο της αναμενόμενης σεισμικής καταστροφής και εξαρτάται από τη σεισμικότητα της περιοχής, από την τρωτότητα των κατασκευών και από την πληθυσμιακή πυκνότητα. Συγκεκριμένα στον ελλαδικό χώρο το μεγαλύτερο κίνδυνο αντιμετωπίζουν τα πολεοδομικά συγκροτήματα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, καθώς παρά ότι η σεισμικότητα αυτών των περιοχών είναι λιγότερο έντονη σε σχέση με άλλες περιοχές, όπως τα νησιά του Ιονίου που κατέχουν την πρώτη θέση σε σεισμική δραστηριότητα, ωστόσο η συγκέντρωση μεγάλου πληθυσμού και δραστηριοτήτων στις δύο πόλεις αυτόματα τις καθιστά απειλούμενες ακόμα και από σεισμούς μεσαίου μεγέθους. Οι περισσότερες περιοχές της χώρας είναι σεισμογενείς, όμως στην κορυφή της κλίμακας της σεισμικής επικινδυνότητας βρίσκεται η Αθήνα και ακολουθούν η Θεσσαλονίκη, τα Δωδεκάνησα, η ευρύτερη περιοχή της Πάτρας και του Αιγίου, η Κρήτη, η Πελοπόννησος, οι νοτιοανατολικές Κυκλάδες και τα Ιόνια Νησιά. Οι περιοχές με τη μικρότερη σεισμική επικινδυνότητα στον ελλαδικό χώρο είναι η Ανατολική Μακεδονία και η Θράκη. Η Ελλάδα πλήττεται από ισχυρούς σεισμούς εδώ και χιλιάδες χρόνια. Δεν μπορούμε να τους σταματήσουμε, ενώ είναι γνωστό ότι δεν μπορούν μέχρι τώρα να προβλεφθούν, ώστε να ληφθούν μέτρα περιορισμού των συνεπειών τους. Μπορούμε όμως να τους αντιμετωπίσουμε με ενημέρωση και με αντισεισμικές κατασκευές. Η ισχυρότατη σεισμική δόνηση τον Ιανουάριο του 2008, μεγέθους 6,5 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, με επίκεντρο το Λεωνίδιο, έγινε αισθητή σε ένα πολύ μεγάλο τμήμα της χώρας, υπενθυμίζοντας σε όλους μας ότι δεν πρέπει να εφησυχάζουμε. Οι επιστήμονες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το καλύτερο που έχουν να κάνουν οι άνθρωποι, είναι να προετοιμάζονται διαρκώς και να λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα, που θα μειώσουν τις συνέπειες των σεισμών. Η κατασκευή αντισεισμικών κτηρίων, η ενημέρωση των πολιτών για το πώς πρέπει να αντιδρούν και να συμπεριφέρονται κατά την ώρα και αμέσως μετά το σεισμό, καθώς και η διαρκής ετοιμότητα των αρμόδιων κρατικών υπηρεσιών είναι μερικά από τα μέτρα που μπορούν να φέρουν αποτέλεσμα και να μειώσουν τις συνέπειες ενός σεισμού. Με τη σημερινή πρόοδο στον τομέα της σεισμολογίας, βασικό ρόλο παίζουν οι αντισεισμικές προδιαγραφές κατασκευής των κτηρίων, η σωστή ενημέρωση του κοινού και των ΜΜΕ, οι ασκήσεις ετοιμότητας, οι ενημερώσεις στα σχολεία, η εκπαίδευση στελεχών δημοσίων και ιδιωτικών επιχειρήσεων και η δημιουργία κατάλληλα εκπαιδευμένων ομάδων.
Ωστόσο εκτός από την πολιτεία ευθύνες έχουν και οι ιδιώτες και για να αναφερθούμε στο χώρο του τουρισμού, οι ιδιοκτήτες των τουριστικών και ξενοδοχειακών επιχειρήσεων ή μικρότερων μονάδων, όπως τα ενοικιαζόμενα δωμάτια. Είναι σημαντικό στο σημείο αυτό να τονιστεί ότι ο σκοπός του κειμένου δεν είναι να κάνει μαθήματα σεισμολογίας, ωστόσο θα πρέπει να τονιστούν κάποια πράγματα, καθώς οι τουριστικές επιχειρήσεις στη χώρα μας φιλοξενούν κάθε χρόνο, ένα πολύ μεγάλο αριθμό τουριστών από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Σύμφωνα λοιπόν με τους μηχανικούς τα κτήρια διαθέτουν μνήμη, επομένως ο κάθε σεισμός λειτουργεί σωρευτικά. Τα κτήρια που έχουν αποκτήσει έστω και μικρές ρωγμές (οι οποίες συχνά δεν είναι ορατές με γυμνό μάτι), ο κάθε νέος σεισμός λειτουργεί επιβαρυντικά, επομένως οι ρωγμές μεγαλώνουν, το οποίο σημαίνει ότι μετά από ένα ισχυρό σεισμό όλα τα κτήρια πρέπει να επιθεωρηθούν από μηχανικό. Ειδικά όσα κτήρια κατασκευάστηκαν πριν από το 1985, καθώς τότε έγινε η ριζική αναπροσαρμογή του αντισεισμικού κανονισμού, είναι περισσότερο ευάλωτα στους σεισμούς. Είναι αξιοσημείωτο ότι στην Ελλάδα το 75% των ιδιωτικών κτηρίων, το 65% των δημόσιων και το 55% των σχολείων κατασκευάστηκαν πριν από το 1985.
Η συχνή και έντονη σεισμική δραστηριότητα και οι καταστροφές (μεγάλες και μικρές) που κατά καιρούς τους τελευταίους αιώνες έχουν συμβεί, έχουν καταγραφεί ως ένα από τα πιο αρνητικά στοιχεία της Ελλάδας ως τουριστικός προορισμός, ενώ είναι ένα φαινόμενο που τα τελευταία χρόνια είχε μεγάλες επιπτώσεις στην τουριστική κίνηση αρκετών περιοχών της χώρας. Για παράδειγμα η έντονη και παρατεταμένη σεισμική δραστηριότητα τον Απρίλιο του 2006 στη Ζάκυνθο και η μεγάλη δημοσιότητα που φυσιολογικά έλαβε το θέμα όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και στο εξωτερικό, αποτέλεσε μεγάλο πλήγμα για τον τουρισμό στο νησί, καθώς η περίοδος αυτή συνέπεσε με το Πάσχα. Το Πάσχα του 2005 επισκέφτηκαν τη Ζάκυνθο 30.000 επισκέπτες, ενώ το 2006 τους υπολόγιζαν σε περίπου 50.000. Τελικά η πτώση άγγιξε το 80%!
Στην Ελλάδα υπάρχουν ξενοδοχειακές επιχειρήσεις σε κάποιες περιοχές, που ξεπερνάνε ακόμα και τα 600 δωμάτια. Επομένως είναι επιτακτική ανάγκη όλες οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις (μεγάλες και μικρές) εκπονώντας πλάνο διαχείρισης κρίσεων, να λάβουν υπόψη τους τη σεισμικότητα της χώρας μας, ως ένα από τους σοβαρότερους κινδύνους για τους πελάτες τους (καθώς οι ανθρώπινες ζωές είναι το σημαντικότερο) και το ξενοδοχείο τους. Δεν θα πρέπει να βασίζονται μόνο στις ενέργειες των οργάνων της πολιτείας, οι οποίες δυστυχώς διαχρονικά συχνά χαρακτηρίζονται από εφησυχασμό στο θέμα των προσεισμικών ελέγχων. Οι ίδιοι οφείλουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα να ελέγχουν με μηχανικούς την ασφάλεια των εγκαταστάσεων. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε αυτό που κατά καιρούς λένε οι σεισμολόγοι: “Δεν σκοτώνει ο σεισμός, αλλά οι κακές κατασκευές”. Επιπλέον είναι πολύ σημαντικό στα πλαίσια των πλάνων διαχείρισης κρίσεων από τους σεισμούς, να ενημερώσουν και να εκπαιδεύσουν το προσωπικό τους για τον τρόπο αντίδρασης μετά από σεισμική δόνηση, η οποία πρέπει να περιλαμβάνει την ασφαλή εκκένωση των εγκαταστάσεων από τους πελάτες.
Επιπλέον η πολιτεία σε περιπτώσεις καταστροφικών σεισμών οφείλει να μεριμνά λαμβάνοντας τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να μη διαταράσσεται η τουριστική κίνηση, αλλά και η διεθνής εικόνα της χώρας. Για παράδειγμα για τους τουρίστες που βρίσκονται στην πληγείσα περιοχή πρέπει να εξασφαλιστεί ο επαναπατρισμός τους με ασφάλεια και άνεση. Ενώ για τους τουρίστες που έχουν ήδη κάνει κρατήσεις στην πληγείσα περιοχή, μια αποτελεσματική πρόταση θα ήταν η δυνατότητα προσφοράς εναλλακτικής διαμονής (αν φυσικά και οι ίδιοι το επιθυμούν) χωρίς καμία πρόσθετη οικονομική επιβάρυνση σε άλλα καταλύματα ή σε άλλους τουριστικούς προορισμούς της χώρας.
2. Η παρατεταμένη ανομβρία και οι επιπτώσεις της στις τουριστικές περιοχές της Ελλάδας
Τα ρεπορτάζ στους τηλεοπτικούς σταθμούς και στις εφημερίδες, δίνουν συνέχεια στοιχεία για τη νέα απειλή που πλησιάζει, τη λειψυδρία. Τα τελευταία χρόνια συνέχεια παρακολουθούμε στην τηλεόραση, ποτάμια σε διάφορες περιοχές της χώρας να έχουν γίνει ρυάκια και τη στάθμη σε πολλές λίμνες να έχει υποχωρήσει σημαντικά, ως αποτέλεσμα του προβλήματος της ανομβρίας. Σύμφωνα με τους ειδικούς, λόγω της παρατεταμένης έλλειψης βροχοπτώσεων, οι κάτοικοι των Κυκλάδων και άλλων νησιών του Αιγαίου, θα αντιμετωπίσουν στο προσεχές μέλλον πολύ σοβαρό πρόβλημα. Κάποια από τα νησιά που αντιμετωπίζουν σήμερα το μεγαλύτερο πρόβλημα λειψυδρίας είναι η Μήλος, η Φολέγανδρος, η Πάτμος, η Λέρος και τα Κουφονήσια. Γενικότερα το πρόβλημα αγγίζει σχεδόν όλα τα νησιά των Κυκλάδων, πολλά από τα μικρά της Δωδεκανήσου και σχεδόν τα μισά νησιά του Σαρωνικού. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη ξηρασία των τελευταίων ετών και οι καταστροφικές συνέπειες της αναμένεται να πλήξουν σοβαρά τον τουρισμό. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο πληθυσμός πολλών νησιών πολλαπλασιάζεται κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, ενώ προστίθεται και η επιβάρυνση από τις πισίνες ξενοδοχείων και εξοχικών κατοικιών.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, μέχρι το 2050 τουλάχιστον δύο δισεκατομμύρια άνθρωποι σε 48 χώρες θα δοκιμαστούν από την έλλειψη νερού, λόγω των μεταβολών στο φαινόμενο των βροχοπτώσεων, ως αποτέλεσμα της αλλαγής του κλίματος.
Η μέθοδος της αφαλάτωσης του θαλασσινού νερού ως αντίδοτο στην ανομβρία είναι μια μόνιμη λύση, τουλάχιστον για τα άνυδρα νησιά του Αιγαίου. Επίσης οι ειδικοί προτείνουν τη δημιουργία αυτόνομων πλωτών μονάδων αφαλάτωσης, ως την καλύτερη μελλοντική απάντηση, στο μεγάλο πρόβλημα της λειψυδρίας. Είναι σημαντικό ότι οι μονάδες αφαλάτωσης έχουν λειτουργία ολόκληρη τη διάρκεια του χρόνου, ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες και ειδικότερα από τις βροχοπτώσεις.
Η επεξεργασία του θαλασσινού νερού δεν είναι κάτι το καινούργιο, καθώς τα πλούσια σε πετρέλαιο κράτη της Μέσης Ανατολής εφαρμόζουν διαδικασίες αφαλάτωσης εδώ και μισό αιώνα. Η Σαουδική Αραβία, είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός σε νερό στον κόσμο, που έχει υποβληθεί σε διαδικασία αφαλάτωσης, καθώς αντλεί το 70% του πόσιμου νερού της από τη θάλασσα! Επίσης ακόμα και στο Λονδίνο, το οποίο συνδέεται περισσότερο με τις βροχοπτώσεις παρά με την έλλειψη νερού, υπάρχουν προτάσεις για κατασκευή εργοστασίου αφαλάτωσης από τώρα, ώστε να αντιμετωπιστούν τα τυχόν προβλήματα ανομβρίας στο μέλλον! Δεν πρέπει αυτό να μας προκαλεί εντύπωση, γιατί η Βρετανία είναι μια χώρα με κουλτούρα πρόληψης εδώ και πολλές δεκαετίες, ενώ είναι από τις πρωτοπόρους στη διαχείριση κρίσεων.
Ωστόσο η δημιουργία μονάδων αφαλάτωσης παρουσιάζει δύο σοβαρά μειονεκτήματα:
1. Η ενέργεια που απαιτείται για την παραγωγή νερού είναι μεγάλη και αυτό πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη, καθώς τα νησιά του Αιγαίου αντιμετωπίζουν προβλήματα ηλεκτροδότησης τα καλοκαίρια. Η λύση του προβλήματος είναι η δημιουργία μονάδων αφαλάτωσης που θα λειτουργούν με ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά στοιχεία.
2. Ένα άλλο μειονέκτημα των μονάδων αφαλάτωσης είναι τα απόβλητα άλμης που δημιουργούνται κατά την επεξεργασία του θαλασσινού νερού και διοχετεύονται στη θάλασσα καταστρέφοντας τη χλωρίδα και την πανίδα.
3. Οι δασικές πυρκαγιές στην Ελλάδα
Έχει γίνει δυστυχώς συνήθεια μετά το τέλος κάθε καλοκαιριού να κάνουμε το θλιβερό απολογισμό των δασικών εκτάσεων που αποτεφρώθηκαν. Πραγματικά χιλιάδες στρέμματα δασικών εκτάσεων καίγονται κάθε χρόνο, υποβαθμίζοντας το περιβάλλον που ζούμε και αποστερώντας τη χώρα μας από φυσικές ομορφιές. Σύμφωνα με στοιχεία της πυροσβεστικής υπηρεσίας περισσότερο από τέσσερα εκατομμύρια στρέμματα δασικών εκτάσεων έχουν καεί από το 2000 μέχρι σήμερα, ενώ δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι το καλοκαίρι του 2007, περισσότερο από 2,5 εκατομμύρια στρέμματα αποτεφρώθηκαν στην Πελοπόννησο, στην Εύβοια και σε άλλες περιοχές της χώρας. Είναι βέβαια λογικό ότι οι πυρκαγιές στα δάση των τουριστικών περιοχών αποτελούν σημαντικό πλήγμα για τους προορισμούς και την εικόνα τους. Τα παραδείγματα είναι πολλά και δεν χρειάζεται να γίνει μεγάλη αναδρομή στο παρελθόν για να θυμηθούμε ανάλογες ιστορίες. Από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η μεγάλη πυρκαγιά στη Σάμο, τον Ιούλιο του 2000, που αποτέφρωσε περισσότερα από 25.000 στέμματα δασικών και καλλιεργήσιμων εκτάσεων, στο άλλοτε καταπράσινο νησί του Αιγαίου, ενώ τον Αύγουστο του 2006, μεγάλη φωτιά, στην Κασσάνδρα της Χαλκιδικής μέσα σε διάστημα μίας περίπου εβδομάδας κατέκαψε ένα από τα ωραιότερα δάση της χώρας, ενώ κατάστρεψε και περιουσίες κατοίκων της περιοχής. Εκτός όμως από το μέτωπο της φωτιάς, υπήρξε και το μέτωπο του τουριστικού πολέμου. Αυτά τα δύο παραδείγματα είναι χαρακτηριστικά των επιπτώσεων των πυρκαγιών όχι μόνο στην εικόνα, αλλά στην τουριστική κίνηση στις περιοχές της χώρας μας.
Η αντιμετώπιση του κινδύνου από τις πυρκαγιές, βασίζεται κυρίως στην πρόληψη και μετά στην καταστολή. Υπάρχει όμως και σε αυτό τον τομέα έλλειμμα πολιτικής. Κάθε χρόνο δαπανώνται τεράστια ποσά για την κατάσβεση των πυρκαγιών, αποδεικνύοντας την αναποτελεσματικότητα και το έλλειμμα της πολιτικής στη χρηματοδότηση των προληπτικών μέτρων, στα οποία πρέπει να περιλαμβάνονται οι καθαρισμοί των δασικών οικοσυστημάτων από ξερά χόρτα και σκουπίδια, η διάνοιξη και η συντήρηση του δασικού οδικού δικτύου και των αντιπυρικών ζωνών για να κινούνται τα οχήματα και το προσωπικό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, η κατασκευή και η συντήρηση υδατοξαμενών, κρουνών και η συνεχής εκτέλεση περιπολιών.
Πυρκαγιές πάντα θα εκδηλώνονται. Επομένως το θέμα είναι τι ακριβώς πρέπει να κάνουμε προκειμένου να τις προλάβουμε. Η λύση στο μεγάλο πρόβλημα των πυρκαγιών βρίσκεται στις διαχειριστικές επεμβάσεις που πρέπει να γίνουν στα δάση πριν από την έναρξη των πυρκαγιών. Η παραμέληση ή η πλημμελής λήψη προληπτικών μέτρων όχι μόνο αυξάνει τους κινδύνους εκδήλωσης πυρκαγιών στα δάση, αλλά και δυσχεραίνει το έργο της κατάσβεσης.
Επίσης πρέπει να αντιληφθούν οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις που βρίσκονται κοντά σε δασικές εκτάσεις ότι κινδυνεύουν. Επομένως δεν θα πρέπει οι επιχειρηματίες να επαφίονται στην αντίδραση των κρατικών αρχών σε περίπτωση πυρκαγιάς. Εκτός από τα απαραίτητα σχέδια γρήγορης εκκένωσης των εγκαταστάσεων, οφείλουν να διαθέτουν και οι ίδιοι (ειδικότερα τα ξενοδοχεία που βρίσκονται σε παραθαλάσσιες περιοχές) μέσα πυρόσβεσης, όπως σημεία υδροληψίας που δεν θα βασίζονται σε ηλεκτρικές αντλίες, αλλά σε αντλίες πετρελαίου, ώστε να λειτουργούν σε περίπτωση διακοπής του ρεύματος.
4. Ο κίνδυνος τσουνάμι σε παράκτιες περιοχές της Ελλάδας
Το όραμα της τουριστικής ανάπτυξης στο οποίο επένδυσαν πολλές χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας, δέχτηκε μεγάλο πλήγμα τα Χριστούγεννα του 2004, μετά από το τσουνάμι που σάρωσε τις παραλίες πολλών χωρών της περιοχής. Άνθρωποι, περιουσίες και υποδομές θάφτηκαν κάτω από τη θάλασσα και τη λάσπη μέσα σε λίγα λεπτά.
Αρχικά τα τσουνάμι ή παλιρροϊκά κύματα, προκαλούνται από υποθαλάσσιο σεισμό μεγαλύτερο των 6 Ρίχτερ, ενώ πρέπει το επίκεντρο να έχει βάθος, το πολύ 50 χιλιόμετρα. Επίσης τσουνάμι μπορεί να προκληθούν από ηφαιστειακές εκρήξεις και κατολισθήσεις που γίνονται στο υποθαλάσσιο περιβάλλον. Τα κύματα όσο προχωράνε στη θάλασσα δεν είναι αντιληπτά, με τα πλοία που είναι μακριά από τις ακτές να μην αντιλαμβάνονται την ύπαρξη τους, όμως μόλις φτάσουν στην ακτή κυριολεκτικά γιγαντώνονται και μπορεί να φτάσουν και τα 40 μέτρα ύψος πάνω από τη στάθμη της θάλασσας! Η ενέργεια τους είναι ανάλογη του μεγέθους του σεισμού, ενώ η ταχύτητα τους όσο βρίσκονται στη θάλασσα και σε μεγάλο βάθος αυξάνεται και όταν προσεγγίσουν τις ακτές ελαττώνεται, γιατί μειώνεται το βάθος, ενώ αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο ύψος. Υπάρχουν όμως μεταβολές στη θάλασσα, οι οποίες συνήθως αποτελούν προειδοποιητικά μηνύματα επερχόμενου τσουνάμι, καθώς πριν από την άφιξη ενός τέτοιου κύματος το νερό υποχωρεί και αποκαλύπτεται ο βυθός ή υπάρχει ασυνήθιστη και απότομη άνοδος της στάθμης της θάλασσας. Σε πολλές περιπτώσεις στο παρελθόν πολλοί άνθρωποι έχουν πνιγεί καθώς δεν έφυγαν, αλλά περπατούσαν στο βυθό που είχε αποκαλυφθεί. Το ίδιο συνέβη και στην περίπτωση του τσουνάμι της Ασίας, καθώς σύμφωνα με φωτογραφίες από δορυφόρους σε κάποιες παραλίες πριν εμφανιστούν τα μεγάλα κύματα, η θάλασσα “τραβήχτηκε” κατά 345 μέτρα προς τον ωκεανό!
Τα τσουνάμι στη χώρα μας είναι ένα σπάνιο φαινόμενο, όμως δεν πρέπει να υποτιμάμε τον κίνδυνο. Τα τσουνάμι του Αιγαίου οφείλονται αποκλειστικά στη σεισμική δράση που υπάρχει στην περιοχή, καθώς όπως αναφέρθηκε και παραπάνω στο Αιγαίο, συναντώνται η ευρωπαϊκή και η αφρικανική πλάκα.
Εξαιρετικά ασταθής είναι σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες ο βυθός, βόρεια της Κρήτης. Μάλιστα όπως αναφέρουν, αρκεί ένας μεσαίου μεγέθους σεισμός, για να επακολουθήσει μια μεγάλη κατολίσθηση που μπορεί να προκαλέσει τσουνάμι. Επιπλέον η περιοχή του Kορινθιακού Kόλπου έχει δώσει 20 τσουνάμι στο παρελθόν και μάλιστα τα έξι από αυτά συνέβησαν μετά το 1963. Το 1963 προκλήθηκε τσουνάμι από υποθαλάσσια κατολίσθηση, το οποίο εισχώρησε περίπου 400 μέτρα μέσα στην ξηρά, έπληξε το Αίγιο και τις γειτονικές παραλιακές περιοχές, ενώ το κύμα έφτασε τα πέντε με έξι μέτρα. Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η πιο επικίνδυνη ζώνη για τσουνάμι στη Μεσόγειο εκτείνεται από το Ξυλόκαστρο μέχρι το Αίγιο, καθώς υπάρχουν πολλά σεισμικά ρήγματα στον Κορινθιακό, ενώ ο βυθός είναι ασταθής με αποτέλεσμα να έχουν προκληθεί στο παρελθόν υποθαλάσσιες κατολισθήσεις. Δυστυχώς ο Κορινθιακός είναι απροστάτευτος από τον κίνδυνο εκδήλωσης τσουνάμι. Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι χρειάζεται να ληφθούν μέτρα στις παράκτιες ακτές περιοχών της χώρας που υπάρχει η πιθανότητα εκδήλωσης τσουνάμι, όπως η κατασκευή κυματοθραυστών και η εγκατάσταση συστήματος προειδοποίησης. Ο προβληματισμός που ακολούθησε διεθνώς από την καταστροφή στην Ασία το Δεκέμβριο του 2004, για τη θωράκιση περιοχών από ανάλογα φαινόμενα, έστω και μικρότερης έντασης έχει οδηγήσει τους επιστήμονες να επεξεργάζονται ακόμη και τα χειρότερα σενάρια. Σύμφωνα με αυτά το τσουνάμι που μπορεί να χτυπήσει τον Κορινθιακό είναι σε θέση να προκαλέσει κύματα έως έξι μέτρα, που θα σκεπάσουν τα πάντα σε βάθος έως 1.200 μέτρα από την ακτή. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω ο Κορινθιακός σύμφωνα με ειδικούς, θεωρείται το πιο επικίνδυνο σημείο της Μεσογείου για εμφάνιση τσουνάμι, ενώ ακολουθεί σε επικινδυνότητα το τόξο Πελοποννήσου - Κρήτης - Δωδεκανήσων. Συνολικά στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί μέχρι τώρα 150 τσουνάμι, με το τελευταίο να εκδηλώνεται στη Ρόδο στις 26 Μαρτίου 2002. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παράδειγμα από την αρχαιότητα αποτελεί ο “αφανισμός’’ της αρχαίας Ελίκης (κοντά στο Αίγιο) το 373 π.Χ. όταν ύστερα από ισχυρότατο σεισμό, προκλήθηκε μεγάλη καθίζηση και το τσουνάμι που ακολούθησε πέρασε στην ξηρά έως και δύο χιλιόμετρα από την ακτή! Το πιο “διάσημο” είναι όμως αυτό της Σαντορίνης, καθώς το 1613 π.X. ένα τεράστιο παλιρροϊκό κύμα είχε σηκωθεί στο Αιγαίο, ως αποτέλεσμα της έκρηξης του ηφαιστείου του νησιού. Τα αλλεπάλληλα παλιρροϊκά κύματα έως 20 μέτρα ύψος, που προκάλεσε η έκρηξη, κυριολεκτικά σάρωσαν τις ακτές των κοντινών νησιών και της Βόρειας Κρήτης, καταστρέφοντας ολοσχερώς τους παραθαλάσσιους οικισμούς, μέσα σε τόνους νερού και λάσπης. Στις 9 Ιουλίου 1956, κύμα ύψους πάνω από 10 μέτρα σάρωσε τις Κυκλάδες και το Νότιο Αιγαίο ύστερα από σεισμό μεγέθους 7,5 Ρίχτερ.
Από τα παραπάνω είναι προφανές ότι δεν είναι καθόλου απίθανη η δημιουργία ενός τσουνάμι στον ελλαδικό χώρο, ενώ είναι απροστάτευτες οι ακτές της χώρας, σε περίπτωση που “χτυπηθούν” από παλιρροϊκά κύματα.
Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε πριν από μερικά χρόνια από το βρετανικό πανεπιστήμιο του Κόβεντρι, αποφάνθηκε πόσο ευάλωτες είναι σε τεράστια κύματα οι ελληνικές ακτές. Κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι παραλίες της Αμμουδάρας στο Ηράκλειο, τα Σελιανίτικα και η Άκολη στην περιοχή του Αιγίου. Έρευνες σε τουριστικές περιοχές έδειξαν ότι πολλά κτήρια δεν έχουν τις κατάλληλες προφυλάξεις σε περίπτωση που πληγούν από τσουνάμι και οι πολίτες δύσκολα θα μπορέσουν να απομακρυνθούν σε ασφαλή, υψηλότερα σημεία, καθώς οι ακτές βρίσκονται μακριά από το οδικό δίκτυο. Ξενοδοχεία, εστιατόρια και άλλες τουριστικές επιχειρήσεις είναι εξαιρετικά ευάλωτα και πιθανόν θα υποστούν μεγάλες καταστροφές. Οι ανεπάρκειες που παρατηρούνται οφείλονται στην παντελή έλλειψη ενημέρωσης τοπικών αρχών και πολιτών, καθώς πολλά κτήρια βρίσκονται κυριολεκτικά πάνω στο κύμα, χωρίς καμία προφύλαξη από μεγάλα κύματα. Επιπλέον υπάρχει ένα πλήθος από κινητά αντικείμενα (τραπέζια, καρέκλες, ξαπλώστρες κα), τα οποία αν παρασυρθούν από τα κύματα μπορεί να τραυματίσουν πολίτες ή να κλείσουν διόδους διαφυγής.
Στο εξωτερικό σε περιοχές που κινδυνεύουν από παλιρροϊκά κύματα κάνουν εκτεταμένες δενδροφυτεύσεις, καθώς οι δενδρόφυτες περιοχές επιβραδύνουν την ένταση και τις συνέπειες αυτών των γεγονότων.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, οι σεισμοί δεν προβλέπονται, αλλά μπορούν να προβλεφτούν τα τσουνάμι. Υπάρχουν δύο τρόποι, ο ένας είναι με τη χρησιμοποίηση υπολογιστών, ώστε να προβλεφθεί το ύψος των τσουνάμι ανάλογα με το μέγεθος του σεισμού και ο δεύτερος μέσα από κέντρα προειδοποίησης τσουνάμι, τα οποία προειδοποιούν μετά από ένα υποθαλάσσιο σεισμό που μπορεί να τα προκαλέσει.
Επομένως (χωρίς καμία διάθεση κινδυνολογίας και πρόκλησης πανικού), χρειάζεται η σχεδίαση ενός πλάνου αντιμετώπισης των τσουνάμι, από την πολιτεία σε συνεργασία με τις τοπικές αρχές και η κατασκευή προστατευτικών μέτρων, όπως για παράδειγμα κυματοθραύστες. Ωστόσο εκτός από την πολιτεία και από τις τοπικές αρχές νομαρχιακής και δημοτικής αυτοδιοίκησης, είναι ευθύνη και των ίδιων των τουριστικών επιχειρηματιών, οι οποίοι λειτουργούν επιχειρήσεις, που σε πολλές περιπτώσεις βρίσκονται ελάχιστα μέτρα από την παραλία. Ας σκεφτούμε πόσα ξενοδοχεία υπάρχουν σε νησιά, αλλά και στις ηπειρωτικές περιοχές της χώρας, μπροστά στη θάλασσα. Έχουν άραγε προβληματιστεί οι ιδιοκτήτες τους, για την πιθανότητα να “χτυπηθεί” η παραλία που βρίσκεται η επιχείρηση τους από τσουνάμι; Πόσα θα είναι τα ανθρώπινα θύματα; Πόσο μεγάλη θα είναι η ζημιά για τη φήμη της επιχείρησης, που δεν προνόησε ώστε να λάβει τα αναγκαία μέτρα προφύλαξης; Πόσο μεγάλη θα είναι η οικονομική ζημιά από την τυχόν καταβολή αποζημιώσεων; Ένα από τα προληπτικά μέτρα που θα μπορούσαν να λάβουν οι επιχειρήσεις, είναι μια περίφραξη, καθώς ένας φράκτης μπροστά από ένα ξενοδοχείο που είναι πολύ κοντά στην ακτή, θα συγκρατήσει την ορμή του νερού.
Επομένως έχουν μεγάλη ευθύνη οι επιχειρηματίες του τουρισμού σε παραθαλάσσιες περιοχές, να συμπεριλάβουν στα σχέδια τους για αντιμετώπιση μελλοντικών κινδύνων και την περίπτωση των τσουνάμι. Η ενημέρωση του κοινού, κατοίκων και επισκεπτών στις τουριστικές περιοχές είναι καθήκον των τοπικών αρχών και της πολιτείας, προκειμένου να υπάρξουν όσο το δυνατό λιγότερες απώλειες σε περίπτωση τσουνάμι. Ενδεικτικό του σοβαρότατου ελλείμματος ενημέρωσης του κοινού είναι οι αναφορές των επιστημόνων που επισκέφτηκαν παραλίες που κινδυνεύουν από τσουνάμι, σημειώνοντας ότι οι κάτοικοι που ενημερώθηκαν για το σκοπό της επίσκεψης τους, γελούσαν απορημένοι! Τέλος οι επιστήμονες ενημέρωσαν τις Νομαρχιακές και Τοπικές Αυτοδιοικήσεις αυτών των περιοχών, οι οποίες δεν τους αντιμετώπισαν με ιδιαίτερα μεγάλο ενδιαφέρον!
5. Το ηφαιστειακό τόξο του Αιγαίου
Το ηφαιστειακό τόξο του Αιγαίου αποτελείται από ηφαιστειακά νησιά και τα παρακάτω ενεργά ηφαίστεια: στη Νίσυρο, στη Μήλο, στη Σαντορίνη και στα Μέθανα. Επιπλέον ανοιχτά της Σαντορίνης, υπάρχει το Κολούμπο, το υποθαλάσσιο ενεργό ηφαίστειο που εξερράγη με τρομαχτική ισχύ το 1650.
Οι σημαντικότερες εκρήξεις στα ηφαίστεια της Ελλάδας
Μέθανα 250 π.Χ.
Μήλος 80 π.Χ., 250 π.Χ.
Νίσυρος 1422, 1830, 1871, 1873, 1888
Σαντορίνη 1613 π.Χ., 1866-67, 1925, 1928, 1939-41, 1950
Τα ηφαίστεια του ελληνικού χώρου, τα οποία έδρασαν σε παλαιότερες γεωλογικές περιόδους είναι πάρα πολλά, ωστόσο ανενεργά. Επομένως η ηφαιστειακή επικινδυνότητα στον ελληνικό χώρο είναι ουσιαστικά μηδενική εκτός από τις παραπάνω περιοχές.
Η επικινδυνότητα αυτών των περιοχών μπορεί να χαρακτηριστεί μικρή σε σχέση με άλλες ηφαιστειακές ζώνες του πλανήτη, είναι όμως υπαρκτή, γεγονός το οποίο επιβάλλει τη δρομολόγηση ενεργειών μείωσης των ηφαιστειακών κινδύνων, μέσω συστημάτων παρακολούθησης και ελέγχου των πρόδρομων φαινομένων της ηφαιστειακής δράσης. Άλλωστε οι περιοχές του ηφαιστειακού τόξου της Ελλάδας είναι τουριστικές, επομένως είναι ένας επιπλέον λόγος για την εγρήγορση και την παρακολούθηση των ηφαιστειακών φαινομένων.
Χώρες με μεγάλα ενεργά ηφαίστεια, όπως η Ιταλία με το Βεζούβιο και την Αίτνα, έχουν εκπονήσει σχέδια δράσης για την περίπτωση νέας έκρηξης των ηφαιστείων. Συγκεκριμένα οι επιστήμονες φοβούνται ότι η επόμενη ηφαιστειακή έκρηξη του Βεζούβιου, μπορεί να εξίσου ισχυρή με εκείνη του 79 μ.Χ. που κατέστρεψε την Πομπηία. Οι αρχές έχουν εγκαταστήσει συστήματα παρακολούθησης των ηφαιστειακών φαινομένων του Βεζούβιου, ενώ έχουν παράλληλα επεξεργαστεί σχέδιο μεταφοράς περισσότερων από μισό εκατομμύριο πολιτών που ζουν σε πόλεις σε ακτίνα περίπου επτά χιλιομέτρων από το Βεζούβιο, εκτιμώντας ότι είναι δυνατή η μεταφορά όλων των κατοίκων σε ασφαλές σημείο μέσα σε μια εβδομάδα.
Είναι φανερό ότι αν και ηφαιστειακή δραστηριότητα μπορεί να μην υπάρξει στη χώρα μας ακόμα τουλάχιστον για πολλές δεκαετίες, πρέπει από τώρα για κάθε ενδεχόμενο, να υπάρχει σχέδιο αντιμετώπισης ηφαιστειακών κρίσεων.
Συμπεράσματα
Τα συμπεράσματα από την παραπάνω ανάλυση της διαχείρισης των φυσικών κινδύνων στην Ελλάδα, μας δείχνουν ότι είναι επιτακτική η ανάγκη για ενημέρωση των πολιτών για τα μέτρα προφύλαξης, από την πολιτεία και τις τοπικές αρχές. Είναι απαραίτητο να υπάρχει ενημέρωση των τοπικών πληθυσμών καθώς (δυστυχώς) για τους περισσότερους ανθρώπους οι φυσικοί κίνδυνοι, ίσως από φόβο, δεν αποτελούν μέρος των ενδιαφερόντων τους, μέχρι όμως να συμβεί η καταστροφή… Όταν ο κίνδυνος δεν είναι ορατός, όπως η πιθανότητα μιας φυσικής καταστροφής, αλλά η ζημιά μπορεί να είναι πολύ μεγάλη, τότε συνήθως οι άνθρωποι είναι απρόθυμοι να αντιμετωπίσουν αυτό τον κίνδυνο. Οι πολίτες θα πρέπει να ενημερώνονται χωρίς υπερβολές και κινδυνολογία αλλά υπεύθυνα, ώστε αν βρεθούν σε κίνδυνο να γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν για να προστατευθούν οι ίδιοι και οι οικογένειες τους. Πριν από λίγους μήνες μιλώντας για θέματα του κλάδου με ένα επιχειρηματία του τουρισμού, όταν κάποια στιγμή η συζήτηση έφτασε σε θέματα φυσικών καταστροφών (σεισμοί, τσουνάμι), μου είπε αυθόρμητα: “εντάξει, αλλά αυτά πρέπει να τα κρύβουμε”! Πολλοί υποστηρίζουν ότι προβάλλοντας τους πιθανούς κινδύνους και τους τρόπους πρόληψης και αντιμετώπισης τους, ίσως αυτό φοβίσει και αποθαρρύνει/αποτρέψει ένα σημαντικό αριθμό Ελλήνων και αλλοδαπών τουριστών να επισκεφτούν τις συγκεκριμένες περιοχές της χώρας μας. Επίσης συχνά η πολιτεία δεν θέλει να πανικοβάλει τους πολίτες για ένα ενδεχόμενο που δεν ξέρουμε πότε και αν θα παρουσιαστεί. Ωστόσο αποτελεί κυριολεκτικά ασπίδα για τον τουρισμό, η γνώση και η ενημέρωση, ενώ η άγνοια ή ο εφησυχασμός κρατικών φορέων, επιχειρηματιών και πολιτών μπορεί κάποτε να προκαλέσουν πολλά προβλήματα και μακροχρόνιες κρίσεις. Η αντίληψη που έχει επικρατήσει και η λογική του “κρυψίματος των προβλημάτων κάτω από το χαλί”, είναι επικίνδυνη και πρέπει να σταματήσει. Οι άνθρωποι πρέπει να γνωρίζουν ποιες είναι οι κρίσιμες καταστάσεις που μπορεί να προκύψουν. Άλλωστε το οφείλουμε στα εκατομμύρια τουρίστες που έρχονται στη χώρα μας, κάθε χρόνο, αλλά και στους εργαζόμενους στον τουριστικό κλάδο, με των οποίων τις ζωές δεν πρέπει να παίζουμε στο βωμό του πρόσκαιρου κέρδους. Η διαχείριση των κινδύνων από φυσικές καταστροφές στη χώρα μας, πρέπει να βρει μια θέση στην ελληνική κοινωνία, ώστε να υπάρχει συνεχής εγρήγορση και να αποκτήσει αξιοπιστία μέσα από την αποτελεσματικότητα. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να εφαρμόζονται καλά προετοιμασμένα σχέδια. Δεν μπορεί η διαχείριση εκτάκτων γεγονότων, όπως οι φυσικές καταστροφές να είναι αντικείμενο αυτοσχεδιασμών όχι μόνο από τις αρχές της χώρας, αλλά και από τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς, ιδιαίτερα στον τομέα του τουρισμού.
Στην Ιαπωνία για παράδειγμα, που όπως αναφέρθηκε παραπάνω είναι η πρώτη χώρα σε σεισμική δραστηριότητα στον πλανήτη, σε κάθε περιοχή οι τοπικές αρχές μεριμνούν για την ορθή αντισεισμική πληροφόρηση των πολιτών, τοποθετώντας σε κεντρικά σημεία των πόλεων τοπογραφικά σκαριφήματα τα οποία παρέχουν πληροφορίες σε ποια σημεία πρέπει να συγκεντρωθούν, σε περίπτωση σεισμού. Στις παράκτιες περιοχές που είναι επικίνδυνες για να “χτυπηθούν” από τσουνάμι, υπάρχουν ειδικές προειδοποιητικές σημάνσεις (πινακίδες), καθώς και συστήματα ηχητικής προειδοποίησης (σειρήνες), ενώ έχουν τοποθετηθεί πινακίδες που δείχνουν προς τα που πρέπει να κατευθυνθούν οι πολίτες για να απομακρυνθούν με ασφάλεια από τις ακτές.
Ένα από τα μέτρα αντιμετώπισης των φυσικών καταστροφών είναι η ασφάλιση κατά του κινδύνου αυτών των μορφών. Είναι ίσως μια σωστή επιλογή για τις τουριστικές επιχειρήσεις των περιοχών της χώρας μας, που είναι περισσότερο επιρρεπείς σε φυσικές καταστροφές. Ωστόσο σε περιοχές του εξωτερικού, όπως η Καλιφόρνια των ΗΠΑ, που είναι μια από τις πιο σεισμογενείς περιοχές στον πλανήτη, η ασφαλιστική κάλυψη είναι πολύ ακριβή, ενώ οι ασφαλιστικές εταιρείες απαιτούν αποδείξεις ότι έχουν γίνει όλες οι απαραίτητες ενέργειες για μείωση και αντιμετώπιση της σεισμικής δραστηριότητας, κάτι που δεν είναι καθόλου απίθανο να εφαρμοστεί στο προσεχές μέλλον και στη χώρα μας.
Επιπλέον πρέπει η πολιτεία να εξασφαλίσει τη συμπαράσταση των ΜΜΕ, καθώς αποτελούν τους κυριότερους διαμορφωτές της κοινής γνώμης. Είναι επιτακτική η ανάγκη για δημιουργία εκπαιδευτικών προγραμμάτων, που θα καλύπτουν τις ανάγκες και θα είναι κατανοητά από τις τοπικές κοινωνίες. Επίσης ένα σημαντικό κομμάτι των εκπαιδευτικών προγραμμάτων θα πρέπει να αφορά στην ενημέρωση (μέσω ετήσιων διαλέξεων) όλων των μαθητών στα σχολεία της χώρας και στην έκδοση σχετικών ενημερωτικών εντύπων, ώστε οι επόμενες γενιές να αποκτήσουν αυτό που εμείς στερηθήκαμε, δηλαδή την κουλτούρα πρόληψης.
Ο Αλέξης Σωτηρόπουλος είναι δημοσιογράφος, Εργαστηριακός Συνεργάτης στο Τμήμα Τουριστικών Επιχειρήσεων του ΤΕΙ Πειραιά & Καθηγητής στο ΙΕΚ Le Monde
27/02/2009

